Hellenic Electronic Center

  • Increase font size
  • Default font size
  • Decrease font size
Home

Ancient Corinth

E-mail Print PDF

Ancient Corinth

 

ΚΟΡΙΝΘΟΣ

Ἀνιοῦσι δὲ ἐς Κόρινθον καὶ ἄλλα ἐστὶ κατὰ τὴν ὁδὸν μνήματα καὶ πρὸς τῇ πύλῃ Διογένης τέθαπται ὁ Σινωπεύς, ὃν κύνα ἐπίκλησιν καλοῦσιν Ἕλληνες. πρὸ δὲ τῆς πόλεως κυπαρίσσων ἐστὶν ἄλσος ὀνομαζόμενον Κράνειον. ἐνταῦθα Βελλερεφόντου τέ ἐστι τέμενος καὶ Ἀφροδίτης ναὸς Μελαινίδος καὶ τάφος Λαΐδος, ᾧ δὴ λέαινα ἐπίθημά ἐστι κριὸν ἔχουσα ἐν τοῖς προτέροις ποσίν. ἔστὶ δὲ καὶ ἄλλο ἐν Θεσσαλία Λαΐδος φάμενον μνῆμα εἶναι: παρεγένετο γὰρ καὶ ἐς Θεσσαλίαν ἐρασθεῖσα Ἱπποστράτου. τὸ δὲ ἐξ ἀρχῆς ἐξ Ὑκάρων αὐτὴν τῶν ἐν Σικελίᾳ λέγεται παῖδα οὖσαν ὑπὸ Νικίου καὶ Ἀθηναίων ἁλῶναι, πραθεῖσαν δὲ ἐς Κόρινθον ὑπερβαλέσθαι κάλλει τάς τότε ἑταίρας, θαυμασθῆναί τε οὕτω παρὰ Κορινθίοις ὡς ἀμφισβητεῖν σφᾶς καὶ νῦν ἔτι Λαΐδος.

Λόγου δὲ ἄξια ἐν τῇ πόλει τὰ μὲν λειπόμενα ἔτι τῶν ἀρχαίων ἐστίν, τὰ δὲ πολλὰ αὐτῶν ἐπὶ τῆς ἀκμῆς ἐποιήθη τῆς ὕστερον. ἔστιν οὖν ἐπὶ τῆς ἀγορᾶς –ἐνταῦθα γὰρ πλεῖστά ἐστι τῶν ἱερῶν- Ἄρτεμίς τε ἐπίκλησιν Ἐφεσία καὶ Διονύσου ξόανα ἐπίχρυσα πλὴν τῶν προσώπων: τὰ δὲ πρόσωπα ἀλοιφῇ σφίσιν ἐρυθρᾷ κεκόσμηται: Λύσιον δέ, τὸν δὲ Βάκχειον ὀνομάζουσι. τὰ δὲ λεγόμενα ἐς τὰ ξόανα καὶ ἐγὼ γράφω. Πενθέα ὑβρίζοντα ἐς Διόνυσον καὶ ἄλλα τολμᾶν λέγουσι καὶ τέλος ἐς τὸν Κιθαιρῶνα ἐλθεῖν ἐπὶ κατασκοπῇ τῶν γυναικῶν, ἀναβάντα δὲ ἐς δένδρον θεάσασθαι τὰ ποιούμενα: τάς δέ, ὡς ἐφώρασαν, καθελκύσαι τε αὐτίκα Πενθέα καὶ ζῶντος ἀποσπᾶν ἄλλο ἄλλην τοῦ σώματος. ὕστερον δὲ, ὡς Κορίνθιοι λέγουσιν, ἡ Πυθία χρᾷ σφισιν ἀνευρόντας τὸ δένδρον ἐκεῖνο ἴσα τῷ θεῷ σέβειν: καὶ ἀπ’ αὐτοῦ διὰ τόδε τάς εἰκόνας πεποίηνται ταύτας. ἔστι δὲ καὶ Τύχης ναός: ἄγαλμα ὀρθὸν Παρίου λίθου: παρὰ δὲ αὐτὸν θεοῖς πᾶσίν ἐστιν ἱερόν. πλησίον δὲ ᾠκοδόμηται κρήνη, καὶ Ποσειδῶν ἐπ’ αὐτῇ χαλκοῦς καὶ δελφὶς ὑπὸ τοῖς ποσίν ἐστι τοῦ Ποσειδῶνος ἀφιεὶς ὕδωρ. καὶ Ἀπόλλων ἐπίκλησιν Κλάριος χαλκοῦς ἐστι καὶ ἄγαλμα Ἀφροδίτης Ἑρμογένους Κυθηρίου ποιήσαντος. Ἑρμοῦ τέ ἐστιν ἀγάλματα χαλκοῦ μὲν καὶ ὀρθὰ ἀμφότερα, τῷ δὲ ἑτέρῳ καὶ ναὸς πεποίηται. τὰ δὲ τοῦ Διός, καὶ ταῦτα ὄντα ἐν ὑπαίθρῳ, τό μὲν ἐπίκλησιν οὐκ εἶχε, τὸν δὲ αὐτῶν Χθόνιον καὶ τὸν τρίτον καλοῦσιν Ὕψιστον.

3 Ἐν μέσῳ δὲ τῆς ἀγορᾶς ἐστιν Ἀθηνᾷ χαλκῆ: τῷ βάθρῳ δὲ αὐτῆς ἐστι μουσῶν ἀγάλματα ἐπειργασμένα. ὑπὲρ δὲ τὴν ἀγοράν ἐστιν Ὀκταβίας ναὸς ἀδελφῆς Αὐγούστου βασιλεύσαντος Ῥωμαίων μετὰ Καίσαρα τόν οἰκιστὴν Κορίνθου τῆς νῦν.

Ἐκ δὲ τῆς ἀγορᾶς ἐξιόντων τὴν ἐπὶ Λεχαίου προπύλαιά ἐστι καὶ ἐπ’ αὐτῶν ἅρματα ἐπίχρυσα, τὸ μὲν Φαέθοντα Ἡλίου παῖδα, τὸ δὲ Ἥλιον αὐτὸν φέρον. ὀλίγον δὲ ἀπωτέρῳ τῶν προπυλαίων ἐσιοῦσιν ἐν δεξιᾷ ἐστιν Ἡρακλῆς χαλκοῦς. μετὰ δὲ αὐτὸν ἔσοδός ἐστι τῆς Πειρήνης ἐς τὸ ὕδωρ, ἐπὶ δὲ αὐτῇ λέγουσιν ὡς ἡ Πειρήνη γένοιτο ὑπὸ δακρύων ἐξ ἀνθρώπου πηγή, τὸν παῖδα ὀδυρομένη Κεγχρίαν ὑπὸ Ἀρτέμιδος ἀκούσῃς ἀποθανόντα. κεκόσμηται δὲ ἡ πηγὴ λίθῳ λευκῷ, καὶ πεποιημένα ἐστὶν οἰκήματα σπηλαίοις κατὰ ταὐτά, ἐξ ὧν τὸ ὕδωρ ἐς κρήνην ὕπαιθρον ῥεῖ πιεῖν τε ἡδὺ καὶ τὸν Κορίνθιον χαλκὸν διάπυρον καὶ θερμόν ὄντα ὑπὸ ὕδατος τούτου βάπτεσθαι λέγουσιν, ἐπεὶ χαλκός γε οὐκ ἔστὶ Κορινθίοις. ἔτι γε δὴ καὶ Ἀπόλλωνος ἄγαλμα πρὸς τῇ Πειρήνῃ καὶ περίβολός ἐστιν, ἐν δὲ αὐτῷ γραφὴ τὸ Ὀδυσσέως ἐς τοὺς μνηστῆρας ἔχουσα τόλμημα.

Αὖθις δ’ ἰούσιν ἐπὶ Λεχαίου τὴν εὐθεῖαν χαλκοῦς καθήμενός ἐστιν Ἑρμῆς, παρέστηκε δὲ οἱ κριός, ὅτι Ἑρμῆς μάλιστα δοκεῖ θεῶν ἐφορᾶν καὶ αὔξειν ποίμνας, καθὰ δὴ καὶ Ὅμηρος ἐν Ἰλιάδι ἐποίησεν υἱὸν Φόρβαντος πολυμήλου, τὸν ῥὰ μάλιστα Ἑρμείας Τρώων ἐφίλει καὶ κτῆσιν ὂπασσε:

τὸν δὲ ἐν τελετῇ Μητρὸς ἐπὶ Ἑρμῆ λεγόμενον καὶ τῷ κριῷ λόγον ἐπιστάμενος οὐ λέγω. μετὰ δὲ τὸ ἄγαλμα τοῦ Ἑρμοῦ Ποσειδῶν καὶ Λευκοθέα καὶ ἐπὶ δελφῖνός ἐστιν ὁ Παλαίμων. λουτρὰ δὲ ἔστι μὲν πολλαχοὺ Κορινθίοις καὶ ἄλλα, τὰ μὲν ἀπὸ τοῦ κοινοῦ, τὸ δὲ βασιλέως Ἀδριανοῦ κατασκευάσαντος: τὸ δὲ ὀνομαστότατον αὐτῶν πλησίον τοῦ Ποσειδῶνος. τοῦτο δὲ Εὐρυκλῆς ἐποίησεν ἀνὴρ Σπαρτιάτης λίθοις κοσμήσας καὶ ἄλλοις καὶ ὃν ἐν Κροκεαὶς χώρας τῆς Λακωνικῆς ὀρύσσουσιν. ἐν ἀριστερᾷ δὲ τῆς ἐσόδου Ποσειδῶν καὶ μετ’ αὐτὸν Ἄρτεμις θηρεύουσα ἕστηκε, κρῆναι δὲ πολλαὶ μὲν ἀνὰ τὴν πόλιν πεποίηνται πᾶσαν ἅτε ἀφθόνου ῥέοντός σφισιν ὕδατος καὶ ὃ δὴ βασιλεὺς Ἀδριανὸς ἐσήγαγεν ἐκ Στυμφήλου, θέας δὲ μάλιστα ἀξία παρὰ τὸ ἄγαλμα τὸ τῆς Ἀρτέμιδος: καὶ οἱ Βελλεροφόντης ἔπεστι καὶ τὸ ὕδωρ [ὁ] δι’ ὁπλῆς ἵππου ῥεῖ τοῦ Πηγάσου.

4 Ανεβαίνοντας δέ πρός τήν Κόρινθο υπάρχουν καί άλλα μνημεία καί κοντά στήν Πύλη  είναι θαμμένος ο Διογένης1 από τήν Σινώπη2, τόν οποίον οι Έλληνες καλούν μέ τήν επωνυμία Κύνα (Κυνικόν)3. Πρίν δέ από τήν πόλι υπάρχει ένα άλσος από κυπαρίσσια, τό οποίο ονομάζεται Κράνειον4. Εδώ υπάρχει καί τέμενος τού Βελλεροφόντου5 καί ναός τής Μελαινίδος7 Αφροδίτης6 καί ο τάφος τής Λαΐδος8, επί τού οποίου είναι τοποθετημένη μία λέαινα  η οποία κρατάει μέ τά μπροστινά της πόδια ένα κριάρι.

5 Υπάρχει δέ καί άλλο μνήμα στήν Θεσσαλία9, τό οποίο λέγεται ότι είναι τής Λαΐδος8’ διότι είχε πάει στήν Θεσσαλία όταν ερωτεύθηκε τόν Ιππόστρατο10. Αυτή η Λαΐδα γεννημένη στά Ύκκαρα11 τής Σικελίας λέγεται ότι, όταν ήταν μικρή, είχε απαχθή από τόν Νικία12 καί τούς Αθηναίους, επωλήθη δέ στήν Κόρινθο όπου ξεπέρασε τίς τότε εταίρες σέ ομορφιά, καί τήν θαύμασαν τόσο οι Κορίνθιοι ώστε ακόμη καί σήμερα νά φιλονικούν γιά τήν Λαΐδα.

6  Από τά άξια λόγου μνημεία μέσα στήν πόλι, υπάρχουν μέν υπολείμματα τών αρχαίων χρόνων, τά περισσότερα δέ  από αυτά έχουν κατασκευασθή κατά τήν περίοδο τής τελευταίας ακμής. Υπάρχουν λοιπόν στήν αγορά –διότι εκεί υπάρχουν τά περισσότερα ιερά- καί η Άρτεμις13 η αποκαλουμένη Εφεσία14 καί ξόανα15 επίχρυσα πλήν τών προσώπων’ τά πρόσωπά τους είναι διακοσμημένα μέ κόκκινη βαφή’ τό μέν ένα ονομάζουν Λύσιο τό δέ άλλο Βάκχειο. Γράφω κι εγώ όσα λέγονται γιά τά ξόανα15.

7 Λέγουν ότι ο Πενθέας16, όντας ασεβής καί τολμηρός έναντι τού Διονύσου18, τελικώς ήλθε στόν Κιθαιρώνα  γιά νά κατασκοπεύση τίς γυναίκες, καί ανέβηκε σ’ ένα δένδρο νά δή τίς τελετές’ εκείνες δέ, μόλις τόν αντελήφθησαν, καί κατέβασαν αμέσως τόν Πενθέα καί όσο ήταν ακόμη ζωντανός, τού απέσπασαν η κάθε μία από ένα τμήμα τού σώματός του. Αργότερα δέ, όπως λέγουν οι Κορίνθιοι, η Πυθία τους έδωσε χρησμό νά βρούν εκείνο τό δένδρο καί νά τό λατρεύουν ισάξια μέ τόν θεό (Διόνυσο)’ από αυτό τό δένδρο καί γι’ αυτήν τήν αιτία έχουν γίνει τούτα τά ξόανα.

8 Υπάρχει δέ καί ναός τής Τύχης, μέ άγαλμα ορθό από Πάριο20 μάρμαρο’ δίπλα δέ σέ αυτόν υπάρχει ιερό πρός όλους τούς θεούς. Πλησίον δέ κτίσθηκε μία κρήνη, πάνω δέ σέ αυτήν υπάρχει χάλκινος Ποσειδώνας καί κάτω από τά πόδια τού Ποσειδώνος ένα δελφίνι από όπου τρέχει νερό. Υπάρχει κι ένας χάλκινος Απόλλων22 αποκαλούμενος Κλάριος23 κι ένα άγαλμα τής Αφροδίτης24 έργο τού Κυθηρίου Ερμογένους25. Υπάρχουν καί δύο χάλκινα αγάλματα τού Ερμού26 σέ ορθία στάσι, γιά ένα δέ από αυτά είχε οικοδομηθή ναός. Ως πρός τά αγάλματα τού Διός27, καί τούτα ευρισκόμενα στήν ύπαιθρο, τό μέν ένα δέν είχε επωνυμία, ο δέ ονομάζεται Χθόνιος28 καί τόν τρίτο αποκαλούν Ύψιστο29.

ΙΙΙ

1 Στό μέσον τής αγοράς βρίσκεται μία χάλκινη Αθηνά’ στό βάθρο δέ αυτής υπάρχουν φιλοτεχνημένα αγάλματα τών Μουσών30. Πάνω δέ από τήν Αγορά υπάρχει ναός τής Οκταβίας αδελφής τού Αυγούστου31 , ο οποίος βασίλευσε επί τών Ρωμαίων μετά τόν Καίσαρα32, τόν οικιστή τής σημερινής Κορίνθου.

2 Όταν δέ εξέλθουμε από τήν Αγορά, στόν δρόμο πρός τό Λέχαιο33, συναντούμε προπύλαια καί επ’ αυτών επίχρυσα άρματα’ τό μέν ένα έφερε τόν Φαέθοντα34 τόν γυιό τού Ηλίου35 καί τό άλλο τόν ίδιο τόν Ήλιο. Λίγο δέ πιό πέρα από τά προπύλαια εισερχόμενοι πρός τά δεξιά υπάρχει ένας χάλκινος Ηρακλής36. Μετά δέ από αυτόν υπάρχει η είσοδος στήν πηγή τής Πειρήνης. Λέγουν δέ γι’ αυτήν ότι η Πειρήνη έγινε από άνθρωπος πηγή από τά δάκρυά της, όταν θρηνούσε τόν γυιό της Κεχρία φονευθέντα κατά λάθος υπό τής Αρτέμιδος.

3 Είναι δέ η πηγή διακοσμημένη μέ λευκό μάρμαρο καί έχουν κατασκευασθή τεχνητά σπήλαια, από τά οποία τό νερό τρέχει σέ υπαιθρία  κρήνη καί αυτό πίνεται ευχάριστα, λέγουν δέ ότι σέ αυτό τό νερό βυθίζουν τόν κορίνθιο χαλκόν καθώς είναι πυρακτωμένος καί καυτός’ διότι στήν Κόρινθο δέν βγαίνει χαλκός. Επίσης κοντά στήν Πειρήνη υπάρχει άγαλμα τού Απόλλωνος καί περίβολος, εντός δέ αυτού υπάρχει εικόνα η οποία αναπαριστά τό κατόρθωμα τού Οδυσσέως έναντι τών μνηστήρων.

4 Ακολούθως  συνεχίζοντας τήν ευθεία πρός τό Λέχαιο, υπάρχει ένας χάλκινος Ερμής καθιστός, δίπλα του δέ στέκεται ένας κριός, καθότι θεωρούν ότι ο Ερμής περισσότερο από όλους τούς θεούς προστατεύει και πολλαπλασιάζει τά ποίμνια, καθώς γράφει καί ο Όμηρος39 στήν Ιλιάδα

« ο γυιός τού Φόρβαντος40 μέ τά πολλά πρόβατα, τόν οποίον

ο Ερμής ευνοούσε περισσότερο από τούς Τρώες καί παρεχώρησε κτήματα »

Καίτοι γνώριζω, δέν θ’ αναφέρω  τά όσα λέγονται σχετικώς μέ τά μυστήρια τής Μητρός41 (Δήμητρος) γιά τόν Ερμή καί τό κριάρι. Μετά δέ τό άγαλμα τού Ερμού

υπάρχουν τά τού Ποσειδώνος καί τής Λευκοθέας καί τού Παλαίμωνος43 πάνω σ’ ένα δελφίνι.

5 Λουτρά δέ υπάρχουν σέ πολλά σημεία τής Κορίνθου, άλλα μέν έχουν γίνει μέ κοινή δαπάνη, άλλα δέ  κατασκεύασε ο βασιλέας Αδριανός’ από αυτά τό πιό ονομαστό είναι κοντά στόν Ποσειδώνα. Αυτό δέ έκτισε ο Σπαρτιάτης Ευρυκλής45, καί τό διακόσμησε μέ διαφόρους λίθους καί μέ έναν τόν οποίον εξορύσσουν από τίς Κροκκεές46 τής Λακωνικής χώρας. Στ’ αριστερά δέ τής εισόδου ευρίσκεται ο Ποσειδών  καί μετά η Άρτεμις ως κυνηγός. Κρήνες δέ έχουν κατασκευασθή πολλές σέ διάφορα σημεία τής πόλεως, καθότι ρέει άφθονο νερό πρός αυτές, καί τό οποίο μάλιστα έφερε από τήν Στυμφαλία47 ο βασιλέας Αδριανός44, αξίζει δέ ιδιαιτέρας προσοχής εκείνη δίπλα στό άγαλμα τής Αρτέμιδος’ κι εκείνη επί τής οποίας στέκονται ο Βελλερεφόντης καί ο Πήγασος48 καί τό νερό ρέει μέσω τής οπλής τού ίππου.

παράγρ. 2 : Σήμερα, η πηγή Πειρήνη λέγεται Δρακονέρα.

‘    ‘      4 : Μήτηρ καί Κόρη = Δήμητρα καί Περσεφόνη

1. Διογένης ο Σινωπεύς (400-325 π.Χ.)’ Έλληνας φιλόσοφος από τήν Σινώπη, μαθητής τού Αντισθένους, ο κυριώτερος εκπρόσωπος τής κυνικής φιλοσοφίας’ έζησε σέ Αθήνα καί Κόρινθο μέ ακραία λιτότητα, κατοικώντας μέσα σέ πιθάρι, περιπαίζοντας καί χλευάζοντας τούς πάντες’ κατ’ αυτόν η ευδαιμονία βρίσκεται στό νά ζούμε κατά φύσιν, καί επιτυγχάνεται μέ τήν αυτάρκεια καί τήν άσκησι’ δέν έχουν διασωθή τά έργα του.

2. Σινώπη’ παραλιακή πόλι τής Μικρά Ασίας επί τού Ευξείνου πόντου. Σπουδαία ελληνική πόλι τής αρχαιότητος, κτισθείσα υπό τών Μιλησίων (8ον αι. π.Χ.)’ γενέτειρα τού κυνικού φιλοσόφου Διογένους. Τό 368 π.Χ. κατελήφθη υπό τών Περσών.

3. Κυνικοί’ ομάδα φιλοσόφων, οι οποίοι αποτελούσαν μία από τίς μικρότερες Σωκρατικές Σχολές. Αρχηγός αυτής τής σχολής, η οποία κλήθηκε «κυνική σχολή», ήταν ο μαθητής τού Σωκράτους Αντισθένης (465-365 π.Χ.). Συνεχιστής τών διδασκαλιών τού τελευταίου ήταν ο Διογένης από τήν Σινώπη. Εκτός τών αρχαιοτέρων κυνικών, έχουμε καί τούς νεωτέρους κυνικούς, Βίωνα τόν Βορυσθενίτη, Τέλην, Μένιππον από τά Γάδαρα κ.ά. Γενικά γνωρίσματα τής κυνικής φιλοσοφίας είναι: η καταφρόνησι τής πολιτιστικής προόδου, ο κοσμοπολιτισμός, η ιδέα τής κοινοκτημοσύνης, η κατάργησι τής οικογενειακής ζωής, ο ασκητισμός, καί η αυστηρή ηθικολογία.

4. Κράνειον ή Κράνιον’ άλσος κυπαρίσσων μέ παλαίστρα καί δύο ναούς, τής Αφροδίτης Μελανίδος καί τού Βελλεροφόντη πρίν από τήν ανατολική πύλη τής Κορίνθου, όπου εσύχναζαν οι νέοι καί διέμενε ο Κυνικός Διογένης.

5. Βελλερεφόντης’ γυιός τού Γλαύκου καί εγγονός τού Σισύφου, από τήν Κόρινθο, προηγουμένως ονομάζετο Ιππόνοος. Όταν εφόνευσε από απροσεξία τόν αδελφό του Βέλλερον, έφυγε καί ήλθε στήν Τίρυνθα στόν βασιλέα Προίτο, καί από εδώ έφυγε πάλι  καί ήλθε στόν Ιοβάτη στήν Λυκία, όπου αφού φόνευσε τήν Χίμαιρα, έλαβε γιά γυναίκα τήν θυγάτερα τού Ιοβάτη καί τήν βασιλεία τής Λυκίας. Μετά ταύτα, όταν θέλησε  νά ανεβή μαζί μέ τόν Πήγασο στόν Όλυμπο, κατακρημνίσθηκε..

6. Αφροδίτη’ κατά τόν Ησίοδο, θεά τού Ολύμπου εκπροσωπούσα τόν Έρωτα καί τό κάλλος, αναδύθηκε από τόν αφρό τών κυμμάτων, τά οποία σχηματίσθησαν κατά τήν ρίψι στήν θάλασσα τών αποκοπέντων υπό τού Κρόνου γεννητικών οργάνων τού Ουρανού, εξ ού καί τά επίθετα τής θεάς: Αναδυομένη, Αφρογενής, Ουρανία. Κατά τόν  Όμηρον  ήταν θυγατέρα. τού Διός καί τής Τιτανίδος Διώνης, θεά τής ομορφιάς καί τών ερώτων. Ήταν γυναίκα τού Ηφαίστου, αλλά είχε πολλούς εραστές μετά τών οποίων γέννησε πολλά παιδιά  Προστάτιδα τού νομίμου γάμου, αλλά καί τού ελευθέρου έρωτος (Πάνδημος). Η λατρεία της στήν κυρίως Ελλάδα ήλθε από ανατολάς μέσω Κύπρου καί Κυθήρων, όπως μαρτυρούν τά επίθετα Κύπρις καί Κυθέρεια. Περίφημα αγάλματα τής θεάς κατά τήν αρχαιότητα ήσαν η «Αφροδίτη τής Μήλου», η «Αφροδίτη εν Κήποις» καί η «Κνιδία».

7. Μελαινίς Αφροδίτη’ επίθετο τής Αφροδίτης στήν Κόρινθο [Αφροδίτη τών νεκρών]’ λατρευόταν σέ νεκροταφεία, όπου υπήρχε καί ναός της.

8. Λαΐς’ διάσημη εταίρα, θυγατέρα. τής Τιμάνδρας, ζούσε στά Ύκκαρα τής Σικελίας. Στήν ηλικία τών επτά ετών, αιχμαλωτίσθηκε υπό τού Νικία καί πωλήθηκε σέ κάποιον Κορίνθιο, ο οποίος τήν έφερε στήν Κόρινθο. Εκεί τήν ερωτεύθηκε ένας Θεσσαλός ο οποίος τήν έφερε τήν Θεσσαλία. Η ιστορία της αναφέρεται στούς Δειπνοσοφιστές τού Αθηναίου, όπου λέγεται ότι τήν σκότωσαν γυναίκες μέσα στόν ναό τής Ανοσίας Αφροδίτης, εξ αιτίας τού εκεί διαπραχθέντος ανοσίου εγκλήματος. Ο Αθηναίος υποστηρίζει ότι ο τάφος της βρίσκεται κοντά στόν Πηνειό καί όχι στό Κράνειο τής Κορίνθου. Ο τάφος τής Λαΐδος παριστάνεται σέ κορινθιακά νομίσματα τού 200 π.Χ.

9. Θεσσαλία’ γεωγραφικό διαμέρισμα τού Ελληνικού κράτους μεταξύ Μακεδονίας, Στερεάς Ελλάδος, Ηπείρου καί Αιγαίου Πελάγους. Η Θεσσαλία υπήρξε η πρώτη κοιτίδα τών φυλών οι οποίες κατοίκησαν μετέπειτα  τήν Ελλάδα. Υπάρχουν ανθρώπινοι οικισμοί από τής νεολιθικής εποχής. Στό Διμήνιον τής Μαγνησίας, ανεσκάφη συνοικισμός (υπό τού Χρ. Τσούντα)’ ανακαλύφθηκαν λιθόκτιστοι περίβολοι καί θεμέλια οικιών, από τίς οποίες μερικές μοιάζουν πρός τά μυκηναϊκά μέγαρα. Κοντά στό Σέσκλο τής Μαγνησίας, ο ανακαλυφθείς συνοικισμός ταυτίσθηκε πρός τήν πόλι Αισωνία.

10. Ιππόστρατος’ γυιός τού Αμαρυγκέως, ο οποίος λέγεται ότι εβίασε τήν Περίβοια στίς άτοπες ορέξεις του.

11. Ύκκαρα, τά ή τόΎκκαρον’ μικρή πόλις τής Σικελίας καταστραφείσα υπό τών Αθηναίων κατά τόν Σικελικό πόλεμο’ ο πολίτης λέγεται Υκκαρεύς καί Υκκαρικός.

12. Νικίας’ Αθηναίος πολιτικός και στρατηγός [περ.470-413 π.Χ.]. Ηγείτο μετριοπαθούς δημοκρατικού κόμματος. Στίς ειρηνιστικές προσπάθειές του η συναφθείσα ειρήνη μέ τούς Σπαρτιάτες [Νικίειος Ειρήνη] τό έτος 421 π.Χ. Εφονεύθη κατά την εκστρατεία τής Σικελίας [413 π.Χ.].

13. Άρτεμις’ [Μυθ.] Πανελλήνια θεότητα μεταξύ τών 12 θεών τού Ολύμπου, θυγατέρα τού Διός καί τής Λητούς, αδελφή τού Απόλλωνος. Θεά τής σελήνης, τών δασών, τών ορέων καί πηγών, προστάτιδα τού κυνηγίου, τών καρπών καί τών αγρίων ιδιαιτέρως ζώων [δέσποινα θηρίων], ελατρεύετο μέ τίς επωνυμίες Εκάτη, Ελαφηβόλος, Βραυρωνία στήν Αττική κ.ά. Ιερό ζώο της ήταν τό ελάφι.

14. Άρτεμις η Εφεσία’ τό περίφημον Ιερόν τής Αρτέμιδος στήν Έφεσο, δίπτερος μαρμάρινος ιωνικός ναός [ζ’ αι. π.Χ.], ο οποίος πυρπολήθηκε τό 356 π.Χ. υπό τού Ηροστράτου καί επανακτίσθηκε.

15. ξόανον, τό’. ξύλινον ομοίωμα θεού πρώιμης τέχνης.

16. Πενθέας’ [Μυθ.] βασιλέας των Θηβών, γυιός τού Εχίονος καί τής Αγαύης θυγατέρας τού Κάδμου. Επειδή καταφρόνησε τήν λατρεία του Διονύσου, κατασπαράχθηκε επί τού Κιθαιρώνος υπό τής μητέρας καί τών αδελφών του. Η μητέρα του κάρφωσε τό κεφάλι του στήν διονυσιακή ράβδο της, νομίζοντας ότι ήταν κεφάλι λέοντος.

17. Πυθία’ η δότις τών χρησμών ιέρεια τού Απόλλωνος στούς Δελφούς.

18. Διόνυσος ή Βάκχος’ γυιός τού Διός καί τής Σεμέλης, θυγατρός τού Κάδμου βασιλέως τών Θηβών’ θεός τής αμπελουργίας καί εν γένει τής παραγωγού δυνάμεως τής γής. Η λατρεία του ήταν αρχαιοτάτη στήν Ινδία, από εκεί δέ, μετέβη στήν Θήβα, τήν Νάξον καί από εκεί διεδόθη σέ όλη τήν Ελλάδα.

19. ’ στούς Ρωμαίους, επόπτευε τήν τύχη καί τήν ειμαρμένη τών θνητών, τής οποίας η λατρεία εσώζετο ανέκαθεν στά Σαμοθρακικά μυστήρια από όπου μετέβη καί στήν υπόλοιπη Ελλάδα καί στήν Ιταλία. Πρώτος ο Βούπαλος τήν εικόνισε μέ τήν μορφή γυναίκας, η οποία έφερε επί τής κεφαλής ουράνια σφαίρα, στό δέ χέρι τό κέρας τής Αμαλθείας.

20. Πάρος’ νησί τών Κυκλάδων, περίφημη τήν παλαιά εποχή γιά τά λευκά της μάρμαρα.

21. -ας΄ γυιός τού Κρόνου καί τής Ρέας, αδελφός τού Διός καί τού Πλούτωνος, λαβών, μετά τήν ήτταν τών Τιτάνων, τήν κυριαρχίαν τής θαλάσσης. Ελατρεύετο παντού ανά τήν Ελλάδα καί τόν επικαλούσαν ιδίως οι ναυτιλλόμενοι καί οι ναυμαχούντες.

22. Απόλλων-ας, (εκ τού απολλύω=καταστρέφω ή εκ τού απέλλω=εμποδίζω τό κακό)’ ένας από τού δώδεκα Ολυμπίους θεούς, γυιός τού Διός & τής Λητούς, πανελληνία θεότητα, κυρίως τού φωτός, τής μουσικής και τής μαντικής, γι’ αυτό  εκαλείτο Φοίβος, Μουσηγέτης καί Πύθιος’ όντας βρέφος παρέλαβε τό Μαντείο τών Δελφών, αφού κατατόξευσε τόν φρουρό τού Μαντείου δράκοντα Πύθωνα, εξ ού καί η επωνυμία’ επονομάζεται επίσης Λοξίας γιά τό διφορούμενο τών χρησμών τού Μαντείου τών Δελφών, τό κυριώτερον ιερό του’ ιερά του δένδρα η δάφνη, ο φοίνικας, η εληά’ σύμβολά του η λύρα, τό τόξο, τά βέλη καί ο τρίποδας.

23. Κλάρος (η), μικρή πόλις τής Ιωνίας πλησίον τής Κολοφώνος’ εκεί ευρίσκετο ιερόν άλσος μέ έναν  μεγαλοπρεπή ναό τού Απόλλωνος κτισθέντα υπό τής Μαντούς θυγατρός τού Τειρεσίου’ εκεί εδίδοντο χρησμοί υπό τών εκεί ιερέων τού θεού ο οποίος γι’ αυτό ελέγετο Κλάριος Απόλλων.

24. Αφροδίτη’ κατά μέν τόν Ησίοδον εγεννήθη από τόν αφρό τής θαλάσσης, κατά δέ τόν  Όμηρον ήταν θυγατέρα τού Διός καί τής Τιτανίδος Διώνης, ήταν η θεά τού κάλλους καί τών ερώτων. Ήταν γυναίκα τού Ηφαίστου, αλλά είχε πολλούς εραστές μετά τών οποίων εγέννησε πολλά τέκνα. Είχεν ιερά σέ πολλά μέρη τής Ελλάδος, εξαιρετικώς όμως ελατρεύετο στήν Πάφο τής Κύπρου, καί στά Κύθηρα.

25. Ερμογένης ο Κυθήριος, γλύπτης περί τόν 5ο π.Χ. αι.

26. Ερμής’ γυιός τού Διός καί τής Μαίας θυγατέρας τού Άτλαντος, εγεννήθη επί τού όρους Κυλλήνης όπου υπήρχε η αρχαιοτάτη λατρεία του’ ήταν άγγελος τών θεών καί ψυχοπομπός, έφορος καί προστάτης τού εμπορίου, τού κέρδους καί τής κλοπής.

27. Ζεύς, Διός’ ο υπέρτατος θεός τών Ελλήνων καί Ρωμαίων (Jupiter), γυιός τού Κρόνου καί τής Ρέας, εγεννήθη στήν Κρήτη καί ανετράφη επί τού όρους τής Ίδης.

28. Χθόνιος’ επίθετο τού Διός, μέ τό οποίο αυτός είχε έναν βωμό στήν Ολυμπία τής Πελοποννήσου

29. Ύψιστος’ επίθετο τού Διός’ υπήρχε ναός του σέ μία πύλη τών Θηβών.

30. Μούσες’ οι εννέα θυγατέρες τού Διός καί τής Μνημοσύνης, ήσαν θεές καί έφοροι τών ελευθερίων τεχνών καί πάσης νοεράς (=μέ τόν νού γινομένης) ενασχολήσεως υπό τήν καθοδήγησι τού Απόλλωνος ο οποίος γι’ αυτό ελέγετο Μουσαγέτης. Ο Παυσανίας λέγει ότι αρχαιότατα ήσαν τρείς οι Μούσες’ η Μελέτη, η Μνήμη καί η Αοιδή’ έπειτα δέ ονομάζοντο τέσσερις’ η Θελξινόη, η Αοιδή, η Αρχή καί η Μελέτη. Αλλά ο αριθμός αυτών εννέα, τά περί καταγωγής τους στον Ησίοδο, καθώς καί τά ονόματα σ’ αυτόν γενικώς επικρατούσαν: Κλειώ, Ευτέρπη, Θάλεια, Μελπομένη, Τερψιχόρη, Ερατώ, Πολύμνια, Ουρανία καί Καλλιόπη.

31. Αύγουστος’ (63π.Χ-14 μ.Χ.) αρχικώς ονομασθείς Οκτάβιος κατόπιν Οκταβιανός, υιοθετημένος γυιός τού Ιουλίου Καίσαρος, είναι ο πρώτος ρωμαίος αυτοκράτορας.

32. Καίσαρ’ όνομα κύριο μερικών επισήμων οικογενειών στήν Ρώμη, όπερ ελάμπρυνον ο Ιούλιος Καίσαρ καί ο Αύγουστος. Ακολούθως δέ διέμεινεν ως τίτλος όλων τών εφεξής Ρωμαίων αυτοκρατόρων.

33. Λέχαιον’ ναύσταθμος καί λιμένας τής Κορίνθου, κείμενος στόν Κορινθιακό κόλπο.

34. Φαέθων’ γυιός τού Ηλίου καί τής νύμφης Κλυμένης’ κάποτε διευθύνας τό άρμα τού πατέρα του, από απειρία κατέκαψε ένα τμήμα γής, καί γι’ αυτό ο Ζεύς τόν εκεραύνωσε καί τόν κατακρήμνισε  στόν Ηριδανόν όπου οι αδελφές του θρηνώντας τον μεταμορφώθησαν σέ λεύκες.

35. Ήλιος’ γυιός τού Υπερίονος καί τής Θείας, ένας από τούς Τιτάνες καί αδελφός τής Σελήνης καί τής Ηούς. Από τήν Πέρσα θυγατέρα τού Ωκεανού ο Ήλιος εγέννησε τόν Αιήτη καί τήν Πασιφάη, από τήν Νεαίρα τίς Νύμφες Φαέθουσα καί Λαμπετία, από δέ τήν Αμφιτρίτη εγέννησε τόν Φαέθοντα.

36. Ήρακλής’ ο επισημότερος καί ανδρειότερος τών αρχαίων Ελλήνων Ηρώων, γυιός τού Διός καί τής Αλκμήνης θυγατέρας τού Ηλεκτρίωνος καί γυναικός τού Αμφιτρύωνος’ απόγονος τού Περσέως καί εγγονός τού Αλκαίου, από τόν οποίον εκαλείτο καί Αλκείδης. Κατ’ επιταγήν τού Διός, έπραξε τούς δώδεκα εκείνους άθλους, οι οποίοι συνετέλεσαν πολύ στήν υπεράνθρωπη δόξα καί καλή φήμη του. Κατά τίς σκληρές δέ τίς επιβληθείσες επιχειρήσεις, έδειξε μέ τήν μεγάλη του ανδρεία καί ηρωική σύνεσι, πολλές άλλες φιλανθρώπους καί σωτηριώδεις αγαθοεργείες, απαλλάσσοντας τούς ανθρώπους από παντός είδους φοβερα τέρατα καί κακούργους ληστές, οι οποίοι επαπειλούσαν καί κατεφόβιζαν τότε διάφορα μέρη τής Ελλάδος και τής Ασίας.

Κάποια στιγμή, η γυναίκα του Δηϊάνειρα ζήλεψε τήν αγάπη του πρός τήν Ιόλη’ οπότε τού έστειλε νά φορέση ένα ένδυμα αλειμμένο από τό μολυσμένο αίμα ενός φονευθέντος υπ’ αυτού Κενταύρου’ μόλις όμως αισθάνθηκε νά καταφλέγεται τό σώμα του, μή δυνάμενος νά υπομείνη αυτή τήν θνητή κατάστασι, άναψε μεγάλη φωτιά πάνω στό όρος Οίτη, έπεσε μέσα σέ αυτήν κι εκάη. Από πολύ νωρίς απεθεώθη, εντός δέ κι εκτός Ελλάδος συστήθηκε η λατρεία του ως Ήρωος.

37. Πειρήνη’ πηγή η οποία σήμερα λέγεται Δρακονέρα.

38. Οδυσσεύς’ γυιός τού Λαέρτου καί τής Αντικλείας, απόγονος τού Κεφάλου, κατά μερικούς δέ γυιός τού Σισύφου, άνδρας τής Πηνελόπης καί πατέρας τού Τηλεμάχου, βασιλεύς τής Ιθάκης’ εξεστρατεύσε μετά τών άλλων Ελλήνων στήν πολιορκία τής Τροίας’ ενεπνεύσθη τόν Δούρειον Ίππον εντός τού οποίου εκρύφθησαν οι Αχαιοί καί άλωσαν τήν Τροίαν. Μετά τήν άλωσιν, αφού περιεπλανήθη επί δέκα χρόνια, επέστρεψε τέλος στήν Ιθάκην κι εβασίλευσεν ακόμη γιά κάποιο χρονικό διάστημα’ όμως εφονεύθη υπό τού Τηλεγόνου τόν οποίον είχε γεννήσει από τήν Κίρκη.

39. Όμηρος’ ο αρχαιότατος τών Ελλήνων επικών ποιητών, γυιός τού Μέλητος ποταμού καί τής νύμφης Κρηθηίδος. Η εποχή κατά τήν οποίαν έζησε ο ποιητής τίθεται  συνήθως από πολλούς ιστορικούς και βιογράφους μεταξύ τού 1000 καί 900 έτους π.Χ., 300 σχεδόν χρόνια μετά τήν άλωσι τής Τροίας’ άλλα περιστατικά τής ζωής του υπάρχουν λίγο ή καθόλου γνωστά στούς μεταγενεστέρους. Κατά τόν Κικέρωνα, επτά πόλεις τής Ελλάδος προσεπάθησαν παλαιότερα ν’ αποδείξουν ότι ο ποιητής ήταν δικό τους τέκνο’ από αυτές η Σμύρνη καί η Χίος φαίνονται κατά τήν γνώμη τών περισσοτέρων ότι είχαν αυτό το δικαίωμα, κατά τό οποίο στήν νήσο Χίο διέμεινε γιά πολύ χρόνο μετά δέ δημιουργήθη η λεγομένη Ομηρική σχολή, στην οποία τά ποιήματα τού Ομήρου διετηρήθησαν υπό τών Ομηριδών. Η υπό πολλών αναφερομένη τυφλότης του αποδεικνύεται ως επίπλαστη από παράδοσι διηγήσεως κάποιων Ιώνων’ πιθανότερον ότι αυτή συνέβη  περί τό τέλος τού βίου του. Η Ιλιάς καί η Οδύσσεια, τά δύο έξοχα ηρωικά ποιήματα τού Ομήρου, περιέχοντα ύλη τού κατά τής Τροίας πολέμου τών Αχαιών καί τής επιστροφής τού Οδυσσέως στήν Ιθάκη, εθεωρούντο υπό τών αρχαίων Ελλήνων εξαίσια (υπερφυσικά) αριστουργήματα τής επικής ποιήσεως.

40. Φόρβας’ ένας από τούς επισήμους Τρώες, πατέρας τού Ιλιονέως’ ο τελευταίος εφονεύθη υπό τού Πηνέλεω ενός εκ τών ηγεμόνων Βοιωτών συμμάχου τών Ελλήνων.

41. Μήτηρ καί Κόρη’ έτσι απεκαλούντο η θεά Δήμητρα καί η Περσεφόνη.

42. ’  έτσι ονομάζετο η Ινώ θυγατέρα τού Κάδμου, όταν συγκατετάχθη μεταξύ τών θαλασσίων θεοτήτων.

43. Παλαίμων’ όνομα του Μαλικέρτου μετά τήν αποθέωσί του, γυιός τού Αδάμαντος καί τής Ινούς, υπό τό οποίον όνομα ελατρεύετο από τούς Έλληνες ως θαλάσσιος θεός, στούς δέ αρχαίους Ρωμαίους, υπό τό όνομα Portumnus, πρός τιμήν του επανηγυρίζοντο  τά λεγόμενα Πορτουμνάλια. Τό σώμα τού Παλαίμονος εφέρθη υπό ενός δελφινιού στήν παραλία τού Κορινθιακού Ισθμού όπου καί ετάφη υπό τού Σισύφου.

44. Αδριανός’ αυτοκράτωρας τής Ρώμης, γεννηθείς στήν Ισπανία, ανέβη στόν θρόνο τό 117 μ.Χ. Αγαπούσε τίς ωραίες τέχνες καί τήν απόκτησι γνώσεων, διό καί ανήγηρε σέ διάφορα μέρη πολλά κι επωφελή δημόσια κτίρια. Καθώς περνούσε πολύ χρόνο στήν Αθήνα, απείρως τήν ευεργέτησε, τήν εκόσμησε δέ μέ λαμπρές οικοδομές.

45. Ευρυκλής ο Σπαρτιάτης, αρχιτέκτονας ο οποίος ανήγηρε κομψότατα λουτρά στήν Κόρινθο.

46. Κροκεαί, αι’ πολύ μικρή πόλις τής Λακωνίας μέ ιερό τού Διός.

47. Στυμφαλία’ λίμνη στήν Αρκαδία, κοντά στήν Στύμφαλο’ εκεί ζούσαν οι Στυμφαλίδες Όρνιθες, σαρκοβόρα πτηνά τά οποία εφόνευσε ο Ηρακλής.

48. Πήγασος’ ο περιβόητος στήν αρχαία μυθολογία πτερωτός ίππος τού Βελλερεφόντου, τόν οποίο ο Ποσειδών εγέννησε από τήν Μέδουσα’ πήρε τήν μορφή του από τό χυθέν αίμα από τήν κεφαλή τής Γοργόνας Μέδουσας, όταν ο Περσέας μέ τήν βοήθεια τής Αθηνάς τήν αποκεφάλισε. Πάνω σε αυτόν τόν ίππον ανέβηκε ο Βελλερεφόντης καί μπόρεσε νά νικήση τό φοβερό τέρας Χίμαιρα

  1. Gallery

  2. The Museum of Ancient Corinth

  3. The Ports of Corinth
  4. The Corinth Cannal

Last Updated on Sunday, 08 December 2013 09:07  
Copyright © 2023 Hellenic Electronic Center. All Rights Reserved.

HEC Sponsors

greece.org - US Website Sponsor
ehk.gr - GR Website Sponsor

facebook

Polls

Parthenon Marbles
 

Credit or PayPal

Enter Amount: